26.9.13

Θάλασσα καμιά



Γέμισε ο ουρανός τρομαγμένα πουλιά
κι οι φυγές έγιναν βουνά.
Στέρεψαν οι εποχές,
στέρεψε το καλοκαίρι από ξεμυαλισμένες ελπίδες,
ήρθαν κι οι ήχοι και σφυροκόπησαν τη μνήμη
την έκαναν άρνηση
την έκαναν νύχτα.

Και άρχισα πάλι
να φοβάμαι τους ίσκιους,
που αμυδρά
κάτω από λυχνοστάτες
στέκονται τα βράδια
και θεόρατες σιωπές γίνονται.

Λέξεις που αρνούνται να ξεμυτίσουν
σφαλιστήκαν στα χάσματα της καρδιάς.
Κλείνω τα μάτια
να θυμηθώ τη διαδρομή του γυρισμού.
Μα γυρισμός δεν υπάρχει.

Δεν επιστρέφω.

α.κ.