Εκεί, στην καγκελόπορτα
των παιδικών μου χρόνων,
αποτύπωσα την ύπαρξή σου
σφυρηλατώντας τη στιγμή
στα ξέφωτα της ψυχής μου.
Στα εγκαταλειμμένα πρωινά
αυτού του κήπου,
σπαρτάρησε η ζωή σ’ ένα λουλούδι.
Κι όπως στα χέρια μου το κρατούσα,
έκρυψα μέσα του τ’ αφίλητά μου χρόνια
κι ένα δάκρυ νοσταλγικό.
Πόσα λίγα,
για πόσο λίγο
μου χαρίστηκαν!
Και τώρα εδώ
στις στιγμές του πλέριου
σάστισα.
Πώς να βαστάξω τη θαλπωρή των χεριών
αστείρευτη;
Σε πόσους τριγμούς
την κατάρρευση να καταργήσω;
των παιδικών μου χρόνων,
αποτύπωσα την ύπαρξή σου
σφυρηλατώντας τη στιγμή
στα ξέφωτα της ψυχής μου.
Στα εγκαταλειμμένα πρωινά
αυτού του κήπου,
σπαρτάρησε η ζωή σ’ ένα λουλούδι.
Κι όπως στα χέρια μου το κρατούσα,
έκρυψα μέσα του τ’ αφίλητά μου χρόνια
κι ένα δάκρυ νοσταλγικό.
Πόσα λίγα,
για πόσο λίγο
μου χαρίστηκαν!
Και τώρα εδώ
στις στιγμές του πλέριου
σάστισα.
Πώς να βαστάξω τη θαλπωρή των χεριών
αστείρευτη;
Σε πόσους τριγμούς
την κατάρρευση να καταργήσω;
α.κ.
φωτογραφία : Αφροδίτη Κυριάκη
α.κ.