16.11.13

Δεξίμι




Και χάραξε.

Πέρασαν χρόνια,
μήνες,
στιγμές
που πρόσμεναν τον όρθρο σου.
Χρόνια που λησμόνησαν τις προσμονές,
χρόνια δίχως χέρια
που ωρίμασαν στην άρνη
και κατοίκησαν στα βράχια.

Και χάραξε.
Και η μέρα ντύθηκε μία ευχή.
Λέξεις ανάβλυσαν
απ’ της χαραυγής σου τα έγκατα
και κοινώνησαν το αίμα της ψυχής μου.

Κι αν οι ώρες μου
αμίλητες στάθηκαν,
η καρδιά σμίχτηκε με τ’ απέραντό σου,
μετάλαβε την ιερότητα των ήχων
που πρόφεραν τ’ όνομά μου
κι έμαθα
- για πρώτη φορά -
πώς είναι γι’ αγάπη να μιλάς.

Κι εδώ
στης στιγμής τ’ απόσταγμα
ικέτης
γονυπετής
μιλώ για το μεγαλείο σου
φωνάζοντας σε όλες τις νύχτες να ακουστεί
πως χάραξε.
α.κ.