29.9.13

Ένα γέλιο δεν φτάνει




Φτάσαμε κατάκοποι από λόγια στην ώρα του απομεσήμερου.
Ο ήλιος έκαιγε τα χέρια μου,
έκαιγε το πρόσωπό μου.
Σπάραζε μέσα μου μια μελωδία φάλτσα.
Κουβαριασμένες λέξεις που ξετυλίγονται απ’ την αρχή.
Στις άκρες της κόκκινης κλωστής πιάστηκα πάλι
και αιωρούμαι.
Στο ερρωμένο παραμύθι της μέρας
υπεροχή γυρεύω.
Στις ξεχασμένες εξομολογήσεις της θάλασσας
μετέωρες οι στιγμές που ’θρεψα
καθώς στα πόδια μου η αμφιβολία σκόνταψε πάλι.

Στην ενδοχώρα μου,
εναποθέτω το σύμπαν μου
γυρεύοντας εκείνο το λίγο που ψιθύρισες.

Το λίγο των ματιών μου,
το λίγο των παλμών μου,
το λίγο της σάρκας μου,
το λίγο του ουρανού σου.

α.κ.