16.3.10

σιωπές



αλλιώτικα ξημέρωσε
αλλιώτικα στο λιόγερμα το φως πλάγιασε
κι άλλα λόγια
 απόψε
μυστικά
ψιθυρίζει η νύχτα 


τούτη την ώρα
που απόμερες γίνηκαν οι ανάσες των ανθρώπων
ο πίσω χρόνος το βημόθυρο
ξεκλειδώνει    

και να
του χρόνου οι καβαλάρηδες σιμώνουν  
ο χρόνος ο χαμένος κι ο κερδισμένος
αντάμα
καλπάζουν
ανάμεσα από λάφυρα και πληγές
ασέληνους και πανσέληνους ουρανούς  
στα δυσπρόσιτα των βλεμμάτων ζυγώνουν
και με τα νύχια των αλόγων τους
τη χωμάτινη σάρκα χαράζουν
όλο και πιο βαθιά
μέχρι να αφουγκραστείς
για ακόμη μια φορά
τους χτύπους
που σαν σεπτοί ήλιοι σ' εθρεψαν 
   
 εκεί που οι λεξεις δεν ηχούν
δεν φτιάχνουν λόγια
μα σωπαίνουν ... 

οι πιο φλύαρες σιωπές ένδον



α.κ.