18.12.12

Αυταπάτη





Σε στέρφα γη κατοίκησα
τους πόθους μου να κύησω
Παρασυρμένη εγώ από τους χρησμούς της Κασσάνδρας
-καταπατώντας την κατάρα του Απόλλωνα -
εγώ η μόνη που την πίστεψα.

Και γέννησα κλώνους έξι
πύρινους
αγκάθια γεμάτους
να ξεσκίζουν τα όνειρα
σαν παν’ να δραπετεύσουν.

Κι έσπειρα φράκτες   
πυκνούς
πνοή ανέμου μην χωρέσει από τις χαραμάδες τους
μήτε ανάσα
μήτε λυγμός.

Έπιασα σφιχτά στα χέρια το δρεπάνι
ξεστρατισμένες αυταπάτες θέρισα .

Κι εκεί στην άκρη
στα πέρατα μου
θεόρατη συκιά βλάστησα
προσφορά 
στους αιώνιους Ιούδες της χτεσινής μέρας
και της επόμενης
παραπέρα στην γη μου μην εισχωρήσουν.

α.κ.