5.1.14

Αόρατοι χρησμοί




Πως βρέθηκα να περπατώ ανάμεσα στις ζωές των άλλων ;
Ποια χνάρια μοίρας ακολούθησα ;
Προτροπές και πεθυμιές
τέρψεις στιγμών με γεύση μεταλλική σαν αίμα.

Σε μεγάλους δρόμους με σηματοδότες φωτισμένους στο κόκκινο
παραβιάσεις και αναμονές
και προσμονές
διάφανες .

Μέσα από το απρόβλεπτο κάλεσμα των χρησμών
ντύθηκα την γνήσια μορφή της αγάπης
το όχι και τα ναι της μετάλαβα
σε λειτουργία χωρίς ανθρώπων ήχους.

Με κλειστά μάτια τον κόσμο διάβασα,
στα σκοτάδια και στα ανείπωτα καλύτερα τον ψηλάφισα,
Στα υπόγεια τα τρωτά ανακάλυψα,
με το χαμόγελο πάντα φυλαχτό
και την κατά νόηση τρυφερό χάδι .

Απολυτρωμένος όποιος καταφάσκει στο αναπόφευκτο.*


* «Η ευφορία της ερήμου», Κυριάκος Μαργαρίτης.

α.κ.