26.1.14

Άχλη





Αλλιώτικα ξημέρωσε εδώ
και ας μοιάζουν όλα ίδια.
Πέρασε πολύς καιρός
και είναι στιγμές που χάνω το μέτρημα
- δεν μπορώ να υπολογίσω καλά -
είναι και αυτές οι ομίχλες που τα κάνουν όλα αθώρητα,
ανακατεύονται με τα χνώτα των ανθρώπων
και μπερδεύεσαι αναζητώντας το ζωντανό.

Ασχημάτιστοι οι καιροί,
αναποφάσιστοι οι ήλιοι,
εκεί που πάνε να ξεμυτίσουν
μετανιώνουν
κι αφήνουν κυρίαρχη βροχή.

Έχω λησμονήσει πολλά,
ξέχασα πως κλίνεται το ρήμα φεύγω,
δεν μπορώ να προφέρω όλα τα σύμφωνα,
και ο παρακείμενος στέκει σαν ο μόνος άφθαρτος χρόνος.

Οι ήχοι πνίγηκαν στις λακκούβες της βροχής
και κανείς πια εδώ δεν μιλά,
μόνο καμιά φορά ο αγέρας
μοιάζει να ψιθυρίζει τη λέξη θάλασσα
και τότε δακρύζω
θωρώντας τις ακλόνητες ρίζες των δέντρων.

α.κ.